Η αρτεμισία είναι πολυετές ποώδες φυτό. Η ονομασία του γένους (Artemisia) προέρχεται από τη θεά του κυνηγιού, Άρτεμη. Το γένος αυτό περιλαμβάνει περί τα 200 είδη. Η αρτεμισία ‘powis castle’ αποτελεί υβρίδιο που έχει προκύψει από τη διασταύρωση της A. Arborescens και του A. Absinthium και παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1972 από το National Trust Powis Castle της Ουαλίας. Πρόκειται για μικρό θάμνο που δεν ξεπερνά το 1 μέτρο σε ύψος και είναι αειθαλής σε περιοχές με ήπιους χειμώνες. Τα φύλλα του είναι αρωματικά, σχετικά μικρά, λεπτώς διαιρεμένα, δαντελωτά, με πράσινη προς ασημί απόχρωση. Τα άνθη είναι μικροσκοπικά, κίτρινου – ασημί χρώματος.
Το φυτό αναπτύσσεται σε φτωχά έως μέτρια εδάφη, ξερά ή με μέτρια υγρασία, αλλά απαιτείται να έχουν καλή αποστράγγιση, καθώς είναι επιρρεπές στο σάπισμα της ρίζας, που είναι και το μεγαλύτερο μειονέκτημα του φυτού. Χρησιμοποιείται συχνά στην κηποτεχνία για την κάλυψη πετρωδών κήπων, στους αναλημματικούς τοίχους (πεζούλες) ή σε σύνορα κτημάτων μεταξύ σκαλοπατιών.
Από τα φύλλα του φυτού προέρχεται το αιθέριο έλαιο, το οποίο είναι πολύ πλούσιο σε θυιόνη ή θουγιόνη. Στην ουσία αυτή οφείλει την τοξική και εν μέρει την ψυχοδιεγερτική δράση του το ηδύποτο αψέντι, το οποίο έχει σήμερα απαγορευτεί. Ως φαρμακευτική ουσία, ωστόσο, χρησιμοποιείται, ως πικρό διεγερτικό της ορέξεως και της πέψεως. Τέλος, αρκετές σύγχρονες μελέτες δείχνουν πως η θυιόνη, που περιέχεται στο εν λόγω υβρίδιο, δύναται να προλάβει αποτελεσματικά την προσβολή από την καρπόκαψα της μηλιάς (Cydia pomonella), λειτουργώντας ως φυσικό φυτοφάρμακο.
Η χορήγηση και η κατανάλωση των φυτών και των βοτάνων πρέπει πάντοτε να γίνεται με την καθοδήγηση κάποιου ειδικού ιατρού – θεραπευτή. Οι παρούσες πληροφορίες δεν αποτελούν συμβουλές για χρήση ή κατανάλωση φυτών και βοτάνων, αλλά έχουν καθαρά ενημερωτικό σκοπό.