Το λύθρο το ιτεόμορφο (Lythrum salicaria) είναι ένα πολυετές, ποώδες φυτό, γνωστό και με τις ονομασίες Σαλικάρια, Βαρυκόχορτο ή Άγνος. Το όνομά του προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη «λύθρο» που παραπέμπει στο αίμα, καθώς αυτό θύμιζαν τα άνθη του. Κατάγεται από την Ευρώπη και την Ασία και φτάνει σε ύψος τα 120 εκατοστά. Σχηματίζει φύλλα χνουδωτά, αντίθετα, λογχοειδή, πράσινου χρώματος. Η ανθοφορία του διαρκεί καθ’ όλη τη διάρκεια του καλοκαιριού, και αν κλαδευτεί αυστηρά μετά την άνθιση, αναμένεται και δεύτερη περίοδος άνθισης, το φθινόπωρο. Τα άνθη της φύονται σε πυκνά τσαμπιά, πιο ψηλά από το φύλλωμα, χαρακτηριστικού ροζ – μοβ ή φούξια χρώματος. Τα άφθονα και εντυπωσιακά αυτά άνθη προσελκύουν πληθώρα επικονιαστών το καλοκαίρι.
Το λύθρο ευδοκιμεί σε μέτρια προς υγρά εδάφη και σε ηλιόλουστες ή ημισκιερές θέσεις. Η καλλιέργειά του απαιτεί έλεγχο και επιτήρηση, ενώ σε κάποιες περιοχές απαγορεύεται η φύτευσή του. Η ιδιαίτερη προσοχή οφείλεται στο γεγονός ότι το φυτό αυτό αποτελεί ένα ιδιαίτερα επεκτατικό είδος, που αυτοπολλαπλασιάζεται πολύ έντονα και μπορεί πολύ εύκολα να ξεφύγει, κυριαρχώντας στην περιοχή, με αποτέλεσμα να καταπνίξει άλλα είδη και να καταστρέψει τον υπάρχοντα άγριο βιότοπο. Συχνά δέχεται επίθεση από το ιαπωνικό σκαθάρι, καταστρέφοντας τη βλάστηση ή/ και τα άνθη, ενώ μπορεί να προσβληθεί και από σαλιγκάρια και γυμνοσάλιαγκες. Συστήνεται να κλαδεύονται οι ταξιανθίες μετά την ανθοφορία, πριν σχηματιστεί σπόρος που μπορεί να πέσει στο έδαφος και να ξεκινήσει η εξάπλωση. Πολλαπλασιάζεται, τόσο με σπόρο το φθινόπωρο, όσο και με διαίρεση την άνοιξη.
Το λύθρο φυτεύεται για την εντυπωσιακή του ανθοφορία, προσδίδοντας ομορφιά σε κήπους, αλλά και σε εδάφη κοντά σε λίμνες, ρυάκια ή ποτάμια και έλη, αφού αγαπά το νερό. Ταυτόχρονα, το φυτό και συγκεκριμένα τα άνθη του, έχει πλούσια ιστορία ως ιαματικό μέσο. Παραδοσιακά χρησιμοποιείτο για πολλούς σκοπούς, όπως για την αντιμετώπιση της διάρροιας, της αιμορραγίας και για τη ρύθμιση της έμμηνου ρύσης. Σύγχρονες έρευνες επιβεβαιώνουν τις θεραπευτικές ιδιότητες του λύθρου, επισημαίνοντας πως αυτό είναι πλούσιο σε φαινολικά, κυρίως φλαβονοειδή και τανίνες, συστατικά χάρη στα οποία τα εκχυλίσματα του φυτού διαθέτουν ισχυρές αντιοξειδωτικές, αντιφλεγμονώδεις, αντιμικροβιακές και αντιπαρασιτικές ιδιότητες.
Η χορήγηση και η κατανάλωση των φυτών και των βοτάνων πρέπει πάντοτε να γίνεται με την καθοδήγηση κάποιου ειδικού ιατρού – θεραπευτή. Οι παρούσες πληροφορίες δεν αποτελούν συμβουλές για χρήση ή κατανάλωση φυτών και βοτάνων, αλλά έχουν καθαρά ενημερωτικό σκοπό.